Anonymous

χελλών: Difference between revisions

From LSJ
46
(6_8)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χελλών''': ἢ [[χελών]], ῶνος, ὁ, [[εἶδος]] ἰχθύος [[μετὰ]] μακροῦ ῥύγχους ἐκ τοῦ γένους τῶν κεφάλων, Λατ. labeo, Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 11, 3., 8. 2, 26, Ἀποσπ. 299, Ἱκέσ. παρ’ Ἀθην. 306Ε κἑξ.· παρὰ δὲ τῷ Ἡσυχ. τὸ χελμὼν φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] ἡμαρτημένον ἀντὶ τοῦ [[χελλών]]. Ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ξενοκρ. 67, 68, 87, 88.
|lstext='''χελλών''': ἢ [[χελών]], ῶνος, ὁ, [[εἶδος]] ἰχθύος [[μετὰ]] μακροῦ ῥύγχους ἐκ τοῦ γένους τῶν κεφάλων, Λατ. labeo, Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 11, 3., 8. 2, 26, Ἀποσπ. 299, Ἱκέσ. παρ’ Ἀθην. 306Ε κἑξ.· παρὰ δὲ τῷ Ἡσυχ. τὸ χελμὼν φαίνεται ὅτι [[εἶναι]] ἡμαρτημένον ἀντὶ τοῦ [[χελλών]]. Ἴδε σημ. Κοραῆ εἰς Ξενοκρ. 67, 68, 87, 88.
}}
{{grml
|mltxt=και [[χελμών]] και [[χειλών]] και [[χελών]], -ώνος, ὁ, Α<br />[[είδος]] ψαριού με μακρύ [[ρύγχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Κατά την επικρατέστερη [[άποψη]], ο τ. [[χελλών]] έχει σχηματιστεί από το θ. <i>χελ</i>- του [[χεῖλος]], με εκφραστικό διπλασιασμό του -<i>λ</i>- και κατάλ. -<i>ών</i>, -<i>ῶνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μυ</i>-<i>ών</i>). Ο τ. απαντά και με την γρφ. [[χελών]], [[αλλά]] προτιμότερη θεωρείται η γρφ. με -<i>λλ</i>-, η οποία ενισχύεται και από το ανθρωπωνύμιο Χέλλων].
}}
}}