Anonymous

αἰθρία: Difference between revisions

From LSJ
2
(Bailly1_1)
(2)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> air pur, ciel serein;<br /><b>2</b> air libre : ὑπὸ τῆς αἰθρίας XÉN en plein air ; [[ἐν]] [[τῇ]] αἰθρίῃ <i>(ion.)</i> HDT à l’air libre, <i>càd</i> à terre, <i>p. opp. à</i> [[ἐν]] ὕδατι.<br />'''Étymologie:''' [[αἴθριος]].
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> air pur, ciel serein;<br /><b>2</b> air libre : ὑπὸ τῆς αἰθρίας XÉN en plein air ; [[ἐν]] [[τῇ]] αἰθρίῃ <i>(ion.)</i> HDT à l’air libre, <i>càd</i> à terre, <i>p. opp. à</i> [[ἐν]] ὕδατι.<br />'''Étymologie:''' [[αἴθριος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''αἰθρία:''' Ιων. -ίη, <i>ἡ</i>, μεταγεν. [[τύπος]] του ποιητ. [[αἴθρη]], που απαντά αρχικά στον Σόλωνα κ.λπ.· <i>αἰθρίης</i>, Αττ. <i>-ίας</i>, σε καθαρό, ξάστερο καιρό, σε Ηρόδ., Αριστοφ.· <i>ὑπὸτῆς αἰθρίας</i>, στον καθαρό αέρα, στο ύπαιθρο, Λατ. [[sub]] dio, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> ο [[καθαρός]] και [[ψυχρός]] [[αέρας]] της νύχτας, σε Ηρόδ. (<i>ῑ</i> στην παραλήγουσα [[εκτός]] από τα δακτυλικά και αναπαιστικά [[μέτρα]]).
}}
}}