3,277,206
edits
(6_20) |
(2) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀθροιστέον''': ῥηματ. ἐπίθ. = δεῖ ἀθροίζειν, Ξεν. Λακ. 7, 4. | |lstext='''ἀθροιστέον''': ῥηματ. ἐπίθ. = δεῖ ἀθροίζειν, Ξεν. Λακ. 7, 4. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀθροιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀθροίζω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να μαζέψει, να συλλεχθεί, σε Ξεν. | |||
}} | }} |