Anonymous

ἀθαλής: Difference between revisions

From LSJ
2
(Bailly1_1)
(2)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>c.</i> [[ἀθαλλής]].
|btext=<i>c.</i> [[ἀθαλλής]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀθᾰλής:''' -ές ([[θάλλω]]), λέγεται για τη [[δάφνη]], μη [[πράσινος]], [[ξερός]], αποξηραμένος, μαραμένος, σε Πλούτ.
}}
}}