Anonymous

ἁλάτιον: Difference between revisions

From LSJ
2
(2)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁλάτιον]], το (AM)<br />υποκορ. του [[ἅλας]]. 1. αλατάκι<br /><b>2.</b> [[φάρμακο]] (με [[βάση]] το [[αλάτι]]) [[εναντίον]] της αμβλυωπίας.
|mltxt=[[ἁλάτιον]], το (AM)<br />υποκορ. του [[ἅλας]]. 1. αλατάκι<br /><b>2.</b> [[φάρμακο]] (με [[βάση]] το [[αλάτι]]) [[εναντίον]] της αμβλυωπίας.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁλάτιον:''' τό, υποκορ. του [[ἅλας]], σε Αίσωπ.
}}
}}