Anonymous

ἀλίβας: Difference between revisions

From LSJ
2
(2)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀλίβας]] (-αντος), ο (Α)<br /><b>1.</b> [[πτώμα]] νεκρού, [[νεκρός]]<br /><b>2.</b> ο [[ποταμός]] τών [[νεκρών]], η [[Στυξ]]<br /><b>3.</b> [[γλυκάδι]], [[ξίδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. της Αρχαίας, σημασιολογικώς [[στενά]] συνδεδεμένη με τον Κάτω κόσμο. Στον Πλάτωνα, η λ. απαντά παράλληλα με την ποιητική λ. <i>ἔνερος</i> ([[ἔνεροι]] και <i>ἁλίβαντες</i>) [[κατά]] την [[περιγραφή]] τών μελανών σημείων του Κάτω κόσμου. Στον Σοφοκλή η λ. [[ἀλίβας]] απαντά (ος [[χαρακτηρισμός]] της Στυγός με τη [[σημασία]] «νεκρό [[ποτάμι]]». Η λ. απαντά [[επίσης]] και με τη [[σημασία]] «[[ξίδι]]», δηλ. «νεκρό [[κρασί]]» ([[οἶνον]] ἀλίβαντα πίνοντες). Ετυμολογικά η λ. ειναι αβέβαιης προελεύσεως. Πιθανώς να πρόκειται για [[προϊόν]] συνθέσεως με α΄ συνθ. <i>ἁλι</i>- (<span style="color: red;"><</span> <i>ἅλς</i>) και β΄ συνθ. -<i>βαντες</i> <span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]] (<b>[[πρβλ]].</b> και [[ὀκρίβας]], [[κιλλίβας]]), [[επειδή]] πίστευαν πως οι ψυχές τών [[νεκρών]] περιπλανιόνταν στα κύματα. Κατ’ [[άλλη]] [[άποψη]], η λ. πιθ. να [[είναι]] [[δάνειο]], που συνδέεται με τη λατινική [[θεότητα]] τών [[νεκρών]] <i>Libitina</i> και με τον ετρουσκικό τ. <i>lupu</i> «[[είναι]] [[νεκρός]]»].
|mltxt=[[ἀλίβας]] (-αντος), ο (Α)<br /><b>1.</b> [[πτώμα]] νεκρού, [[νεκρός]]<br /><b>2.</b> ο [[ποταμός]] τών [[νεκρών]], η [[Στυξ]]<br /><b>3.</b> [[γλυκάδι]], [[ξίδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λ. της Αρχαίας, σημασιολογικώς [[στενά]] συνδεδεμένη με τον Κάτω κόσμο. Στον Πλάτωνα, η λ. απαντά παράλληλα με την ποιητική λ. <i>ἔνερος</i> ([[ἔνεροι]] και <i>ἁλίβαντες</i>) [[κατά]] την [[περιγραφή]] τών μελανών σημείων του Κάτω κόσμου. Στον Σοφοκλή η λ. [[ἀλίβας]] απαντά (ος [[χαρακτηρισμός]] της Στυγός με τη [[σημασία]] «νεκρό [[ποτάμι]]». Η λ. απαντά [[επίσης]] και με τη [[σημασία]] «[[ξίδι]]», δηλ. «νεκρό [[κρασί]]» ([[οἶνον]] ἀλίβαντα πίνοντες). Ετυμολογικά η λ. ειναι αβέβαιης προελεύσεως. Πιθανώς να πρόκειται για [[προϊόν]] συνθέσεως με α΄ συνθ. <i>ἁλι</i>- (<span style="color: red;"><</span> <i>ἅλς</i>) και β΄ συνθ. -<i>βαντες</i> <span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]] (<b>[[πρβλ]].</b> και [[ὀκρίβας]], [[κιλλίβας]]), [[επειδή]] πίστευαν πως οι ψυχές τών [[νεκρών]] περιπλανιόνταν στα κύματα. Κατ’ [[άλλη]] [[άποψη]], η λ. πιθ. να [[είναι]] [[δάνειο]], που συνδέεται με τη λατινική [[θεότητα]] τών [[νεκρών]] <i>Libitina</i> και με τον ετρουσκικό τ. <i>lupu</i> «[[είναι]] [[νεκρός]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀλίβας:''' [ᾱ], -αντος, ὁ, νεκρό [[σώμα]], [[πτώμα]], σε Πλάτ. (άγν. προέλ.).
}}
}}