3,277,055
edits
(2) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀκοντιστικός]], -ή, -ὸν) [[ἀκοντίζω]]<br />[[επιτήδειος]] στο να ρίχνει [[ακόντιο]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το θηλυκό ενικού και το ουδέτερο πληθυντικού ως ουσ.) <i>ἡ ἀκοντιστικὴ</i> ή <i>τὰ ὰκοντιστικά</i><br />η [[τέχνη]] του ακοντισμού. | |mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀκοντιστικός]], -ή, -ὸν) [[ἀκοντίζω]]<br />[[επιτήδειος]] στο να ρίχνει [[ακόντιο]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το θηλυκό ενικού και το ουδέτερο πληθυντικού ως ουσ.) <i>ἡ ἀκοντιστικὴ</i> ή <i>τὰ ὰκοντιστικά</i><br />η [[τέχνη]] του ακοντισμού. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀκοντιστικός:''' -ή, -όν ([[ἀκοντίζω]]), [[επιδέξιος]], [[έμπειρος]] στην [[ρίψη]] ακοντίου, σε Ξεν. | |||
}} | }} |