Anonymous

ἅλμα: Difference between revisions

From LSJ
370 bytes added ,  30 December 2018
2
(big3_3)
(2)
Line 30: Line 30:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(ἅλμᾱ) dór. v. [[ἅλμη]].
|dgtxt=(ἅλμᾱ) dór. v. [[ἅλμη]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἅλμα:''' -ατος, τό ([[ἅλλομαι]]), [[σκίρτημα]], [[αναπήδημα]], σε Ομήρ. Οδ.· [[ἅλμα]] πέτρας, [[πήδημα]] ή [[πτώση]] από βράχο, σε Ευρ.· κυνῆς [[ἅλμα]], η [[αναπήδηση]] του λαχνού από την [[περικεφαλαία]], σε Σοφ.
}}
}}