Anonymous

ἀμφηρικός: Difference between revisions

From LSJ
2
(3)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀμφηρικός]], -ή, -ὸν (Α) [[ἀμφήρης]]<br />ο [[αμφήρης]] (ΙΙ) «[[ἀκάτιον]] ἀμφηρικόν», μικρή δίκωπη [[βάρκα]] ([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b> «ληστρικόν, ἐν ᾧ εἷς ἐλαύνει δύο κώπας»).
|mltxt=[[ἀμφηρικός]], -ή, -ὸν (Α) [[ἀμφήρης]]<br />ο [[αμφήρης]] (ΙΙ) «[[ἀκάτιον]] ἀμφηρικόν», μικρή δίκωπη [[βάρκα]] ([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b> «ληστρικόν, ἐν ᾧ εἷς ἐλαύνει δύο κώπας»).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφηρικός:''' -ή, -όν, με [[κουπιά]] και από τις δυο μεριές, κινούμενος με διπλά [[κουπιά]], λέγεται για [[βάρκα]], σε Θουκ.
}}
}}