Anonymous

ἀναντίλεκτος: Difference between revisions

From LSJ
2
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ο (Α [[ἀναντίλεκτος]], -ον) [[ἀντιλέγω]]<br />αυτός που δεν επιδέχεται [[αντιλογία]], [[αναμφισβήτητος]], [[αναντίρρητος]].
|mltxt=-ο (Α [[ἀναντίλεκτος]], -ον) [[ἀντιλέγω]]<br />αυτός που δεν επιδέχεται [[αντιλογία]], [[αναμφισβήτητος]], [[αναντίρρητος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀναντίλεκτος:''' -ον, [[αναντίρρητος]], μη επιδεχόμενος [[αντιλογία]], σε Λουκ.
}}
}}