3,273,032
edits
(7) |
(3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βοηλατικός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος ανήκει στον βοηλάτη<br /><b>2.</b> ο [[κατάλληλος]] για [[βουκόλος]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η [[βοηλατική]]<br />η [[τέχνη]] του βοηλάτη. | |mltxt=[[βοηλατικός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος ανήκει στον βοηλάτη<br /><b>2.</b> ο [[κατάλληλος]] για [[βουκόλος]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η [[βοηλατική]]<br />η [[τέχνη]] του βοηλάτη. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βοηλᾰτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή είναι [[κατάλληλος]] για [[βόσκηση]] βοδιών· <i>ἡ -κὴ</i> (ενν. [[τέχνη]]), η [[τέχνη]] του βοηλάτη, του ποιμένα βοδιών, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |