Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀσταφίς: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀσταφίς]] και [[ὀσταφίς]] και [[σταφίς]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[σταφίδα]]<br /><b>2.</b> το [[κρασί]] που παρασκευάζεται από [[σταφίδα]], ο [[σταφιδίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. [[οσταφίς]] ([[σπάνιος]]) και [[σταφίς]] (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. [[ασταφίς]] (Ιων.-Αττ.) [[είναι]] πιθ. ο αρχαιότερος. Το [[θέμα]] των τ. θυμίζει αυτό της λ. [[σταφυλή]] «[[τσαμπί]]», ενώ η κατάλ. συνδέεται με άλλους όρους, οι οποίοι αναφέρονται σε μέρη [[φυτών]] ή φυτικά προϊόντα, <b>[[πρβλ]].</b> [[κεδρίς]], [[κεφαλίς]]. Το <i>α</i>- του τ. [[ασταφίς]] ή [[είναι]] προθεματικό ή [[προϊόν]] φωνηεντικής μετάπτωσης, ο δε τ. [[σταφίς]] πιθ. <span style="color: red;"><</span> [[ασταφίς]], με σίγηση του <i>α</i>-].
|mltxt=[[ἀσταφίς]] και [[ὀσταφίς]] και [[σταφίς]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[σταφίδα]]<br /><b>2.</b> το [[κρασί]] που παρασκευάζεται από [[σταφίδα]], ο [[σταφιδίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. [[οσταφίς]] ([[σπάνιος]]) και [[σταφίς]] (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. [[ασταφίς]] (Ιων.-Αττ.) [[είναι]] πιθ. ο αρχαιότερος. Το [[θέμα]] των τ. θυμίζει αυτό της λ. [[σταφυλή]] «[[τσαμπί]]», ενώ η κατάλ. συνδέεται με άλλους όρους, οι οποίοι αναφέρονται σε μέρη [[φυτών]] ή φυτικά προϊόντα, <b>[[πρβλ]].</b> [[κεδρίς]], [[κεφαλίς]]. Το <i>α</i>- του τ. [[ασταφίς]] ή [[είναι]] προθεματικό ή [[προϊόν]] φωνηεντικής μετάπτωσης, ο δε τ. [[σταφίς]] πιθ. <span style="color: red;"><</span> [[ασταφίς]], με σίγηση του <i>α</i>-].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀστᾰφίς:''' -[[ίδος]], ἡ (<i>α ευφωνικό</i>, [[σταφίς]]), ως περιληπτικό ουσιαστικό, αποξηραμένα σταφύλα, σταφίδες, Λατ. [[uva]] passa, σε Ηρόδ.
}}
}}