3,277,220
edits
(9) |
(3) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=δευτεραῑος, -α, -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται ή πράττει [[κάτι]] τη δεύτερη [[μέρα]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <b>φρ.</b> «τῇ δευτεραίᾳ», «τῇ δευταραίη» — [[κατά]] τη δεύτερη [[μέρα]], την επομένη. | |mltxt=δευτεραῑος, -α, -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται ή πράττει [[κάτι]] τη δεύτερη [[μέρα]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <b>φρ.</b> «τῇ δευτεραίᾳ», «τῇ δευταραίη» — [[κατά]] τη δεύτερη [[μέρα]], την επομένη. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δευτεραῖος:''' ,, -α, -ον ([[δεύτερος]]), στη δεύτερη [[ημέρα]], σε [[συμφωνία]] με το υποκ. του ρήματος, [[δευτεραῖος]] ἦν ἐν Σπάρτῃ, σε Ηρόδ.· [[αλλά]], επίσης, <i>τῇ δευτεραίῃ</i> (ενν. <i>ἡμέρᾳ</i>), στον ίδ. | |||
}} | }} |