Anonymous

ἀποχαλάω: Difference between revisions

From LSJ
3
(big3_6)
(3)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[soltar]], [[dejar libre]], [[relajar]] τὴν φροντίδα Ar.<i>Nu</i>.762, ἐαυτὸν ... ἀποχαλάσας Plu.2.655b (cj. ap. crít.), tb. en v. med. (τὸ νεῦρον) ἀποχαλᾶσθαι καὶ συστρέφεσθαι Gal.18(1).736.
|dgtxt=[[soltar]], [[dejar libre]], [[relajar]] τὴν φροντίδα Ar.<i>Nu</i>.762, ἐαυτὸν ... ἀποχαλάσας Plu.2.655b (cj. ap. crít.), tb. en v. med. (τὸ νεῦρον) ἀποχαλᾶσθαι καὶ συστρέφεσθαι Gal.18(1).736.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀποχᾰλάω:''' μέλ. -άσω [ᾰ], [[χαλαρώνω]] και [[αφήνω]] ένα [[σχοινί]]· <i>ἀποχάλα τὴν [[φροντίδα]]</i>, σε Αριστοφ.
}}
}}