Anonymous

ἐκδιώκω: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐκδιώκω]])<br /><b>1.</b> [[διώχνω]] με βίαιο τρόπο<br /><b>2.</b> [[εξορίζω]] ή [[απελαύνω]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[αποπέμπω]], [[απομακρύνω]] βίαια κάποιον από το [[αξίωμα]] ή τη [[θέση]] του<br /><b>αρχ.</b><br />[[κατηγορώ]].
|mltxt=(AM [[ἐκδιώκω]])<br /><b>1.</b> [[διώχνω]] με βίαιο τρόπο<br /><b>2.</b> [[εξορίζω]] ή [[απελαύνω]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[αποπέμπω]], [[απομακρύνω]] βίαια κάποιον από το [[αξίωμα]] ή τη [[θέση]] του<br /><b>αρχ.</b><br />[[κατηγορώ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκδιώκω:''' μέλ. <i>-διώξομαι</i>, [[διώχνω]], [[εξορίζω]], σε Θουκ.
}}
}}