Anonymous

ἐμμελής: Difference between revisions

From LSJ
4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἐμμελής]], -ές)<br />[[μελωδικός]], [[αρμονικός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για ποιητή) [[γλυκός]], [[μελωδικός]]<br /><b>2.</b> (<b>για πράγμ.</b>) [[καλαίσθητος]], [[κομψός]]<br /><b>3.</b> πετυχημένος («τὴν ἐμμελῆ ταύτην... ἐπὶ τῷ καλῷ προσεποιεῑτο παιδείαν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[μέτριος]], [[μικρός]]<br /><b>5.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[ευπρεπής]], [[κόσμιος]]<br /><b>6.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[αρμόδιος]], [[κατάλληλος]]<br /><b>7.</b> [[επιμελής]].
|mltxt=-ές (Α [[ἐμμελής]], -ές)<br />[[μελωδικός]], [[αρμονικός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για ποιητή) [[γλυκός]], [[μελωδικός]]<br /><b>2.</b> (<b>για πράγμ.</b>) [[καλαίσθητος]], [[κομψός]]<br /><b>3.</b> πετυχημένος («τὴν ἐμμελῆ ταύτην... ἐπὶ τῷ καλῷ προσεποιεῑτο παιδείαν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[μέτριος]], [[μικρός]]<br /><b>5.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[ευπρεπής]], [[κόσμιος]]<br /><b>6.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[αρμόδιος]], [[κατάλληλος]]<br /><b>7.</b> [[επιμελής]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐμμελής:''' -ές (ἐν, [[μέλος]]),·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ηχεί, ακούγεται ομοιόμορφα, σε [[συμφωνία]], ως προς το ρυθμό ή το [[διάστημα]], [[αρμονικός]], [[μελωδικός]], [[εύρυθμος]], [[σύμμετρος]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ. λέγεται για πρόσωπα, σε [[συμφωνία]], σε ρυθμό ή σε [[ομοφωνία]], [[αρμόδιος]], [[κατάλληλος]], [[ενδεδειγμένος]], [[χρήσιμος]], σε Πλάτ.· [[χαριτωμένος]], [[κομψός]], στον ίδ.<br /><b class="num">III.</b> επίρρ. <i>-λῶς</i>, Ιων. <i>-έως</i>, ομοφώνως, καταλλήλως, όπως αρμόζει, σε Σιμων., Πλάτ.
}}
}}