Anonymous

ξεινίζω: Difference between revisions

From LSJ
5
(27)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ξεινίζω]] (Α)<br />(ιων. και επικ. τ.) <b>βλ.</b> [[ξενίζω]].
|mltxt=[[ξεινίζω]] (Α)<br />(ιων. και επικ. τ.) <b>βλ.</b> [[ξενίζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ξεινίζω:''' [[ξεινίη]], [[ξεινικός]], [[ξείνιος]], Ιων. αντί <i>ξεν-</i>.
}}
}}