Anonymous

μετάδρομος: Difference between revisions

From LSJ
5
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μετάδρομος]], -ον (ΑM)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει [[πίσω]] από κάποιον, που καταδιώκει κάποιον<br /><b>2.</b> αυτός που εκδικείται για [[κάτι]], ο [[εκδικητής]], ο [[τιμωρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>διά</i>-<i>δρομος</i>, [[παρά]]-<i>δρομος</i>)].
|mltxt=[[μετάδρομος]], -ον (ΑM)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει [[πίσω]] από κάποιον, που καταδιώκει κάποιον<br /><b>2.</b> αυτός που εκδικείται για [[κάτι]], ο [[εκδικητής]], ο [[τιμωρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[δρόμος]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>διά</i>-<i>δρομος</i>, [[παρά]]-<i>δρομος</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μετάδρομος:''' -ον, αυτός που καταδιώκει κάποιον, που παίρνει [[εκδίκηση]] για [[κάτι]], με γεν., σε Σοφ.
}}
}}