Anonymous

πολύβοτρυς: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ότρυος, ὁ, ἡ, Α<br />(για [[τόπο]]) αυτός που έχει πολλούς [[βότρυς]], [[πολλά]] σταφύλια («[[πολύβοτρυς]] [[ἄμπελος]]», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βότρυς]].
|mltxt=-ότρυος, ὁ, ἡ, Α<br />(για [[τόπο]]) αυτός που έχει πολλούς [[βότρυς]], [[πολλά]] σταφύλια («[[πολύβοτρυς]] [[ἄμπελος]]», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βότρυς]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολύβοτρυς:''' -υος, ὁ, ἡ, αυτός που αφθονεί σε σταφύλια, σε Ευρ.
}}
}}