Anonymous

διαρμόζω: Difference between revisions

From LSJ
4
(9)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[διαρμόζω]] και διαρμόττω) [[συναρμόζω]] πράγματα [[μεταξύ]] τους<br /><b>αρχ.</b><br />[[διαμοιράζω]] σε διάφορα μέρη.
|mltxt=(Α [[διαρμόζω]] και διαρμόττω) [[συναρμόζω]] πράγματα [[μεταξύ]] τους<br /><b>αρχ.</b><br />[[διαμοιράζω]] σε διάφορα μέρη.
}}
{{lsm
|lsmtext='''διαρμόζω:''' ή -ττω, μέλ. <i>-σω</i>, [[διαχωρίζω]], [[εξοπλίζω]], [[διαθέτω]], [[εφοδιάζω]], σε Ευρ.
}}
}}