Anonymous

τύκισμα: Difference between revisions

From LSJ
6
(42)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[τυκίζω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[τυκίζω]].
|mltxt=τὸ, Α [[τυκίζω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[τυκίζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τύκισμα:''' -ατος, τό, [[κατεργασία]] λίθων· στον πληθ., <i>κανόνων τυκίσματα</i>, δηλ. τείχη από λίθους οικοδομημένους με τη [[σειρά]] αντίθ. προς τα ακατέργαστα Κυκλώπεια τείχη, σε Ευρ.
}}
}}