Anonymous

εἰ: Difference between revisions

From LSJ
4,013 bytes added ,  30 December 2018
4
(strοng)
(4)
Line 30: Line 30:
{{StrongGR
{{StrongGR
|strgr=a [[primary]] [[particle]] of conditionality; if, [[whether]], [[that]], etc.: forasmuch as, if, [[that]], (al-)[[though]], [[whether]]. Often used in [[connection]] or [[composition]] [[with]] [[other]] particles, [[especially]] as in [[εἴγε]], εἰ δὲ μή(γε), [[εἰ καί]], [[εἰ μή]], [[εἰ μή]] τι, εἴ [[περ]], [[εἴ πως]], εἴ [[τις]], εἰ0. See [[also]] εἰ1.
|strgr=a [[primary]] [[particle]] of conditionality; if, [[whether]], [[that]], etc.: forasmuch as, if, [[that]], (al-)[[though]], [[whether]]. Often used in [[connection]] or [[composition]] [[with]] [[other]] particles, [[especially]] as in [[εἴγε]], εἰ δὲ μή(γε), [[εἰ καί]], [[εἰ μή]], [[εἰ μή]] τι, εἴ [[περ]], [[εἴ πως]], εἴ [[τις]], εἰ0. See [[also]] εἰ1.
}}
{{lsm
|lsmtext='''εἰ:''' Επικ. και Δωρ. επίσης αἰ, υποθ. σύνδ., Λατ. si, εάν· και σε πλάγιες ερωτήσεις, αν.<br /><b class="num">Α. I.</b> με [[ρήμα]] στην [[υπόθεση]] που απαντά με όμοιο χρόνο στην [[απόδοση]]·<br /><b class="num">1.</b> με ενεστ. και οριστ. μέλ., για να δηλώσει απλή [[πιθανότητα]]· εἰ [[τοῦτο]] ποιεῖ (ή <i>ποιήσει</i>), <i>ἁμαρτάνει</i> (ή <i>ἀμαρτήσεται</i>), εάν αυτός κάνει (ή θα κάνει) αυτό, είναι (ή θα είναι) [[λάθος]].<br /><b class="num">2.</b> με παρατ. και οριστ. αορ., για να δηλώσει το αδύνατο· εἰ [[τοῦτο]] ἐποίει, <i>ἡμαρτάνειν ἄν</i>, εάν έκανε αυτό, θα ήταν [[λάθος]]· εἰ [[τοῦτο]] ἐποίησεν, <i>ἥμαρτεν ἄν</i>, εάν έκανε (ή είχε κάνει) αυτό, θα ήταν [[λάθος]].<br /><b class="num">3.</b> με ευκτ. για να δηλώσει απλή [[υπόθεση]]· εἰ [[τοῦτο]] ποιοῖ, <i>ἁμαρτάνοι ἄν</i>, εάν επρόκειτο να κάνει αυτό, θα διέπραττε [[σφάλμα]].<br /><b class="num">4.</b> με υποτ., για να δηλώσει ενδεχόμενο με κάποιο βαθμό πιθανότητας· σ' αυτή την [[περίπτωση]] προστίθεται πάντα ένα <i>ἄν</i>, και το <i>εἰ ἄν</i> γίνεται [[ἐάν]], <i>ἤν</i>, <i>ἄν</i> (Επικ. [[εἴ κεν]]), ἐὰν [[τοῦτο]] ποιῇ, <i>ἁμαρτήσεται</i>, εάν κάνει αυτό, θα διαπράξει [[σφάλμα]].<br /><b class="num">II. 1.</b> μερικές φορές η [[απόδοση]] παραλείπεται, έτσι που το <i>εἶ</i> εκφράζει [[ευχή]]· εἴ μοι γένοιτο [[φθόγγος]], αν είχα [[φωνή]], (θα ήθελα...), δηλ. [[μακάρι]] να είχα [[φωνή]]! ομοίως <i>εἰ γάρ</i>, [[εἴθε]], Επικ. <i>αἰ γάρ</i>, [[αἴθε]].<br /><b class="num">2.</b> κάποιες φορές η [[πρόταση]] παραλείπεται, εἰ δ' [[ἄγε]], [[εμπρός]], έλα, <i>εἰ δὲ</i> ([[βούλει]]), [[ἄγε]], σε Ομήρ. Οδ.· <i>εἰ δέ</i>, <i>σὺ μὲν ἄκουσον</i>, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">3.</b> <i>εἰ δὲ μή</i>, Λατ. [[sin]] [[minus]], [[αλλιώς]], αντί <i>εἰ δὲ μὴ</i> (<i>τοῦτό ἐστι</i>), σε Ηρόδ. κ.λπ. <b>Β.</b> στις πλάγιες ερωτήσεις, ποιο, ποιο από τα [[δύο]], Λατ. an, ακολουθ. από οριστ., υποτ. ή ευκτ., σύμφωνα με τους κανόνες σχηματισμού του πλαγίου λόγου.<br /><b class="num">1.</b> με οριστ. ή υποτ. [[μετά]] από αρκτικούς χρόνους, <i>οὐκ οἶδ'</i>, εἰ [[θεός]] ἐστιν, εάν είναι [[θεός]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>οὐκ οἶδ' εἰ δῶ</i>, εάν θα [[δώσω]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> με ευκτ. [[μετά]] από ιστορικούς χρόνους, ἤρετο εἴ τις [[ἐμοῦ]] εἴη σοφώτερος, αυτός ρώτησε εάν ήταν [[κανείς]] πιο [[έξυπνος]] από εμένα, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> [[μετά]] από ρήματα που εκφράζουν [[απορία]], θαυμασμό, [[οργή]], [[αγανάκτηση]] κ.λπ.· [[θαυμάζω]] εἰ μηδεὶς ὀργίζεται, όπου <i>εἰ</i> [[σχεδόν]] = [[ὅτι]], σε Δημ.· <i>ἀγανακτεῖ εἰ μὴ στεφανωθήσεται</i>, σε Αισχίν.
}}
}}