Anonymous

ὑδρηλός: Difference between revisions

From LSJ
6
(42)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, ΜΑ<br />αυτός που περιέχει [[νερό]] ή ο [[μαλακός]] από [[υγρασία]], νοτισμένος<br /><b>αρχ.</b><br />[[υδρευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ὑδρ</i>- του [[ὕδωρ]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ηλός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ὑπν</i>-<i>ηλός</i>)].
|mltxt=-ή, -όν, ΜΑ<br />αυτός που περιέχει [[νερό]] ή ο [[μαλακός]] από [[υγρασία]], νοτισμένος<br /><b>αρχ.</b><br />[[υδρευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ὑδρ</i>- του [[ὕδωρ]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ηλός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ὑπν</i>-<i>ηλός</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑδρηλός:''' -ή, -όν ([[ὕδωρ]]), [[υγρός]], βρεγμένος, σε Ομήρ. Οδ., Αισχύλ.· <i>κρωσσοὶ ὑδρηλοί</i>, δοχεία, στάμνες νερού, σε Ευρ.
}}
}}