Anonymous

ἐπίκλησις: Difference between revisions

From LSJ
4
(eksahir)
(4)
Line 24: Line 24:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[invocación]], [[recitado]], [[fórmula]]
|esgtx=[[invocación]], [[recitado]], [[fórmula]]
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπίκλησις:''' -εως, ἡ ([[ἐπικαλέω]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[επώνυμο]] ή πρόσθετο όνομα· αιτ. χρησιμ. απόλ. ως επίρρ., κατ' [[επωνυμία]], <i>Ἀστυάναξ</i>, ὃν [[Τρῶες]] ἐπίκλησιν καλέουσι, Αστυάνακτα, όπως τον αποκαλούν ως [[παρωνύμιο]] (το κανονικό όνομά του ήταν [[Σκάμανδρος]]), σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, όνομα, [[παρωνύμιο]], σε Θουκ.<br /><b class="num">3.</b> [[κακό]] όνομα, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[επίκληση]], [[έκκληση]], [[προσφυγή]], σε Πλούτ., Λουκ.
}}
}}