3,270,668
edits
(30) |
(5) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο, θηλ. και -ος / [[πάνορμος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για [[λιμάνι]] ή όρμο) αυτός στον οποίο [[είναι]] δυνατή η [[ασφαλής]] [[καταφυγή]] πλοίων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[πάνορμος]]<br />[[φυσικό]] [[λιμάνι]] ή όρμος στον οποίο προσορμίζεται [[πλοίο]] με [[κάθε]] άνεμο<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) [[ονομασία]] διαφόρων παραθαλάσσιων [[πόλεων]] με [[λιμάνι]], από τις οποίες η πιο γνωστή ήταν η αρχαία ελληνική [[αποικία]] Πάνορμος στη [[Σικελία]], το σημερινό Παλέρμο («Σαλόεντα καὶ Πάνορμον [[ἐγγὺς]] τῶν Ἐλύμων», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὅρμος]] (ΙΙ) (<b>πρβλ.</b> <i>άν</i>-<i>ορμος</i>)]. | |mltxt=-η, -ο, θηλ. και -ος / [[πάνορμος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για [[λιμάνι]] ή όρμο) αυτός στον οποίο [[είναι]] δυνατή η [[ασφαλής]] [[καταφυγή]] πλοίων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[πάνορμος]]<br />[[φυσικό]] [[λιμάνι]] ή όρμος στον οποίο προσορμίζεται [[πλοίο]] με [[κάθε]] άνεμο<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) [[ονομασία]] διαφόρων παραθαλάσσιων [[πόλεων]] με [[λιμάνι]], από τις οποίες η πιο γνωστή ήταν η αρχαία ελληνική [[αποικία]] Πάνορμος στη [[Σικελία]], το σημερινό Παλέρμο («Σαλόεντα καὶ Πάνορμον [[ἐγγὺς]] τῶν Ἐλύμων», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὅρμος]] (ΙΙ) (<b>πρβλ.</b> <i>άν</i>-<i>ορμος</i>)]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πάνορμος:''' -ον·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι καθόλα [[κατάλληλος]] για [[προσάραξη]] ή [[αποβίβαση]], σε Ομήρ. Οδ. <b>II.[[Πάνορμος]]</b>, <i>ὁ</i>, αρχαίο όνομα για το Παλέρμο, σε Θουκ.· Πανορμῖτις, <i>-ιδος</i>, <i>ἡ</i>, η γεωγραφική [[περιοχή]] του, σε Πολύβ. | |||
}} | }} |