3,276,318
edits
(45) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ες / [[φλεγματώδης]], -ῶδες, ΝΜΑ [[φλέγμα]], -<i>ατος</i>]<br /><b>1.</b> (για προσ.) [[φλεγματικός]]<br /><b>2.</b> όμοιος με [[φλέγμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φλογώδης]], φλογισμένος, ερεθισμένος<br /><b>2.</b> αυτός που παχαίνει, που φουσκώνει<br /><b>3.</b> αυτός που έχει την [[ιδιότητα]] να παράγει φλέγματα. | |mltxt=-ες / [[φλεγματώδης]], -ῶδες, ΝΜΑ [[φλέγμα]], -<i>ατος</i>]<br /><b>1.</b> (για προσ.) [[φλεγματικός]]<br /><b>2.</b> όμοιος με [[φλέγμα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φλογώδης]], φλογισμένος, ερεθισμένος<br /><b>2.</b> αυτός που παχαίνει, που φουσκώνει<br /><b>3.</b> αυτός που έχει την [[ιδιότητα]] να παράγει φλέγματα. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φλεγμᾰτώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[φλεγματικός]], σε Πλάτ. | |||
}} | }} |