Anonymous

ληρώδης: Difference between revisions

From LSJ
5
(23)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ες (Α [[ληρώδης]], -ῶδες) [[[λήρος]] (Ι)]<br />[[μωρολόγος]], [[ανόητος]], [[φλύαρος]] («τῷ ὄντι γελῶν [[ἔνδηλος]] γιγνόμενος [[ληρώδης]] δοκεῑ [[είναι]]», <b>Πλάτ.</b>).
|mltxt=-ες (Α [[ληρώδης]], -ῶδες) [[[λήρος]] (Ι)]<br />[[μωρολόγος]], [[ανόητος]], [[φλύαρος]] («τῷ ὄντι γελῶν [[ἔνδηλος]] γιγνόμενος [[ληρώδης]] δοκεῑ [[είναι]]», <b>Πλάτ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ληρώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[μάταιος]], [[ανόητος]], σε Πλάτ., Αριστ.
}}
}}