Anonymous

ἐνώπια: Difference between revisions

From LSJ
4
(12)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐνώπια]], τα (Α)<br /><b>1.</b> ο [[εσωτερικός]] [[τοίχος]] ενός οικοδομήματος που τον συναντούσε απέναντί του ο εισερχόμενος («ἄρματα δ' ἔκλιναν πρὸς [[ἐνώπια]] παμφανόωντα», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> γενικώς οι τοίχοι του οικοδομήματος<br /><b>3.</b> <b>πιθ.</b> [[πρόσοψη]]<br /><b>4.</b> (<b>επιγρ.</b> και στον ενικό) «ἑκατέρῳ ἐνωπίῳ τῶν στοῶν» <b>επιγρ.</b>.
|mltxt=[[ἐνώπια]], τα (Α)<br /><b>1.</b> ο [[εσωτερικός]] [[τοίχος]] ενός οικοδομήματος που τον συναντούσε απέναντί του ο εισερχόμενος («ἄρματα δ' ἔκλιναν πρὸς [[ἐνώπια]] παμφανόωντα», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> γενικώς οι τοίχοι του οικοδομήματος<br /><b>3.</b> <b>πιθ.</b> [[πρόσοψη]]<br /><b>4.</b> (<b>επιγρ.</b> και στον ενικό) «ἑκατέρῳ ἐνωπίῳ τῶν στοῶν» <b>επιγρ.</b>.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐνώπια:''' τά, ο [[διπλανός]] [[τοίχος]] από εκείνον που πρωτοαντικρίζουμε όταν εισερχόμαστε σε ένα [[κτίριο]] ή [[αλλιώς]] οι πλευρικοί τοίχοι της εισόδου, σε Όμηρ.
}}
}}