Anonymous

λάτριος: Difference between revisions

From LSJ
5
(22)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λάτριος]], -ία, -ον (Α) [[λάτρις]]<br />αυτός που ανήκει σε υπηρέτη ή σε [[υπηρεσία]], σε [[δουλεία]] («λάτριον... μισθὸν ὑπέρβιον», <b>Πίνδ.</b>).
|mltxt=[[λάτριος]], -ία, -ον (Α) [[λάτρις]]<br />αυτός που ανήκει σε υπηρέτη ή σε [[υπηρεσία]], σε [[δουλεία]] («λάτριον... μισθὸν ὑπέρβιον», <b>Πίνδ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''λάτριος:''' -α, -ον, αυτός που αναφέρεται σε υπηρέτη ή σε προσφερόμενη [[υπηρεσία]], σε Πίνδ.· <i>παραδιδόναι τινὰ λάτριον</i>, [[παραδίδω]] κάποιον σε [[δουλεία]], στον ίδ.
}}
}}