Anonymous

τετράμετρος: Difference between revisions

From LSJ
6
(41)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τετράμετρος]], -ον ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[τέσσερεις]] μετρικούς πόδες<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τετράμετρο</i>(<i>ν</i>)<br />ρυθμικό [[γένος]] της αρχαίας μετρικής, που αποτελείται από [[τέσσερεις]] μετρικούς πόδες ή διποδίες (α. «τροχαϊκό τετράμετρο» — το τετράμετρο που αποτελείται από δύο τροχαϊκές τετραποδίες, μία ακατάληκτη και η [[άλλη]] καταληκτική<br />β. «αναπαιστικό τετράμετρο» — το τετράμετρο που αποτελείται από [[οκτώ]] πόδες, [[κυρίως]] αναπαίστους, διατεταγμένους σε δύο τετραποδίες<br />γ. «ιαμβικό τετράμετρο» — το τετράμετρο που διακρίνεται σε ακατάληκτο, και χρησιμοποιείται από τους λυρικούς Ανακρέοντα, Αλκμάνα και Αλκαίο, και σε καταληκτικό από δύο τετραποδίες, η πρώτη ακατάληκτη και η δεύτερη καταληκτική, και χρησιμοποιείται [[κυρίως]] από τον Ιππώνακτα)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «γωνίαι τετράμετροι» — οι ορθές γωνίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>δί</i>-<i>μετρος</i>].
|mltxt=-η, -ο / [[τετράμετρος]], -ον ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[τέσσερεις]] μετρικούς πόδες<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τετράμετρο</i>(<i>ν</i>)<br />ρυθμικό [[γένος]] της αρχαίας μετρικής, που αποτελείται από [[τέσσερεις]] μετρικούς πόδες ή διποδίες (α. «τροχαϊκό τετράμετρο» — το τετράμετρο που αποτελείται από δύο τροχαϊκές τετραποδίες, μία ακατάληκτη και η [[άλλη]] καταληκτική<br />β. «αναπαιστικό τετράμετρο» — το τετράμετρο που αποτελείται από [[οκτώ]] πόδες, [[κυρίως]] αναπαίστους, διατεταγμένους σε δύο τετραποδίες<br />γ. «ιαμβικό τετράμετρο» — το τετράμετρο που διακρίνεται σε ακατάληκτο, και χρησιμοποιείται από τους λυρικούς Ανακρέοντα, Αλκμάνα και Αλκαίο, και σε καταληκτικό από δύο τετραποδίες, η πρώτη ακατάληκτη και η δεύτερη καταληκτική, και χρησιμοποιείται [[κυρίως]] από τον Ιππώνακτα)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «γωνίαι τετράμετροι» — οι ορθές γωνίες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>δί</i>-<i>μετρος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τετράμετρος:''' [ᾰ], -ον ([[μέτρον]]), αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] [[μέτρα]], δηλ. στην ιαμβική ή τροχαϊκή [[ποίηση]], αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] δίποδα ή συζυγίες· <i>τὸτετράμετρον</i>, είναι γενικά το τροχαϊκό τετράμετρο, σε Αριστοφ., Ξεν.
}}
}}