Anonymous

ἰθυντήρ: Difference between revisions

From LSJ
5
(17)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰθυντήρ]], -ῆρος, ὁ και θηλ. [[ἰθύντειρα]] (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που διευθύνει, που οδηγεί, ο [[πηδαλιούχος]]<br /><b>2.</b> [[ηγεμόνας]], [[διοικητής]], [[κυβερνήτης]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἰθύντειρα]]<br />επίθ. της Δίκης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰθύνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. αρσ. -<i>τηρ</i> (θηλ. -<i>τειρα</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δο</i>-<i>τήρ</i>, <i>κυβερνη</i>-<i>τήρ</i>].
|mltxt=[[ἰθυντήρ]], -ῆρος, ὁ και θηλ. [[ἰθύντειρα]] (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που διευθύνει, που οδηγεί, ο [[πηδαλιούχος]]<br /><b>2.</b> [[ηγεμόνας]], [[διοικητής]], [[κυβερνήτης]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἰθύντειρα]]<br />επίθ. της Δίκης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰθύνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. αρσ. -<i>τηρ</i> (θηλ. -<i>τειρα</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δο</i>-<i>τήρ</i>, <i>κυβερνη</i>-<i>τήρ</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἰθυντήρ:''' [ῑ], -ῆρος, ὁ, αυτός που κατευθύνει, [[οδηγός]], σε Ανθ.
}}
}}