Anonymous

ἀντήλιος: Difference between revisions

From LSJ
3
(4)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[ἀντήλιος]], -ον)<br />αυτός που βρίσκεται [[απέναντι]] στον ήλιο, ο [[ανατολικός]].|| <b>νεοελλ.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το αντήλιο</i><br />το να βάζει [[κανείς]] το ένα ή και τα δύο χέρια στο [[μέτωπο]] για να προστατεύσει τα μάτια από τον ήλιο.<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὰ ἀντήλια</i><br />1<br />σκιάδια για [[προφύλαξη]] από τον ήλιο<br />2.οι παρωπίδες των αλόγων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που βλέπει [[προς]] τον ήλιο, ο στραμμένος [[προς]] την [[ανατολή]], ο [[ανατολικός]]<br /><b>2.</b> ο όμοιος με τον ήλιο<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «δαίμονες ἀντήλιοι» — αγάλματα θεών στημένα στο ύπαιθρο [[μπροστά]] από τις πύλες των ναών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αντι</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ήλιος]] ([[αντί]] [[ανθήλιος]]). Πρόκειται για τύπο της ανατολ. ιων. διαλέκτου, η οποία ανήκει στις ψιλωτικές διαλέκτους. Η [[ψίλωση]] σε τέτοιες διαλέκτους εμφανίζεται [[είτε]] με την [[απουσία]] της δασύτητας (του <i>h</i>), [[είτε]] με την ύπαρξη φράσεων ή σύνθετων λέξεων, όπου δεν συμβαίνει [[αφομοίωση]] του άηχου ψιλού φθόγγου σε δασύ (του -<i>τ</i>- σε -<i>θ</i>- <b>κ.τ.ό.</b>), όπως ακριβώς στην προκειμένη [[περίπτωση]]].
|mltxt=-α, -ο (AM [[ἀντήλιος]], -ον)<br />αυτός που βρίσκεται [[απέναντι]] στον ήλιο, ο [[ανατολικός]].|| <b>νεοελλ.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το αντήλιο</i><br />το να βάζει [[κανείς]] το ένα ή και τα δύο χέρια στο [[μέτωπο]] για να προστατεύσει τα μάτια από τον ήλιο.<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὰ ἀντήλια</i><br />1<br />σκιάδια για [[προφύλαξη]] από τον ήλιο<br />2.οι παρωπίδες των αλόγων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που βλέπει [[προς]] τον ήλιο, ο στραμμένος [[προς]] την [[ανατολή]], ο [[ανατολικός]]<br /><b>2.</b> ο όμοιος με τον ήλιο<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «δαίμονες ἀντήλιοι» — αγάλματα θεών στημένα στο ύπαιθρο [[μπροστά]] από τις πύλες των ναών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αντι</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ήλιος]] ([[αντί]] [[ανθήλιος]]). Πρόκειται για τύπο της ανατολ. ιων. διαλέκτου, η οποία ανήκει στις ψιλωτικές διαλέκτους. Η [[ψίλωση]] σε τέτοιες διαλέκτους εμφανίζεται [[είτε]] με την [[απουσία]] της δασύτητας (του <i>h</i>), [[είτε]] με την ύπαρξη φράσεων ή σύνθετων λέξεων, όπου δεν συμβαίνει [[αφομοίωση]] του άηχου ψιλού φθόγγου σε δασύ (του -<i>τ</i>- σε -<i>θ</i>- <b>κ.τ.ό.</b>), όπως ακριβώς στην προκειμένη [[περίπτωση]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀντήλιος:''' (όχι <i>ἀνθ-[[ήλιος]]</i>), <i>-ον</i>,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που βρίσκεται αντίθετα προς τον ήλιο, δηλ. κοιτώντας ανατολικά, σε Σοφ.· <i>δαίμονες ἀντήλιοι</i>, αγάλματα θεών που στέκονταν στον ήλιο, [[μπροστά]] στην πόρτα, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> όμοιος προς τον ήλιο, σχημ. όπως το [[ἀντίθεος]], σε Ευρ.
}}
}}