Anonymous

ἀξιακρόατος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀξιακρόατος]], -ον (Α)<br />ο [[αξιάκουστος]].
|mltxt=[[ἀξιακρόατος]], -ον (Α)<br />ο [[αξιάκουστος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀξιακρόᾱτος:''' -ον ([[ἀκροάομαι]]), αυτός που αξίζει να τον ακούσει [[κάποιος]], σε Ξεν.
}}
}}