Anonymous

ἀξιομακάριστος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀξιομακάριστος]], -ον)<br />αυτός που αξίζει να τον μακαρίζουν, να τον θεωρούν ευτυχισμένο.
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀξιομακάριστος]], -ον)<br />αυτός που αξίζει να τον μακαρίζουν, να τον θεωρούν ευτυχισμένο.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀξιομᾰκάριστος:''' [κᾰ], -ον, [[άξιος]] να θεωρείται [[χαρούμενος]], σε Ξεν.
}}
}}