Anonymous

ὑμνητής: Difference between revisions

From LSJ
6
(43)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[ὑμνητής]], ΝΜΑ, θηλ. [[υμνήτρια]] Ν, θηλ. [[ὑμνήτρια]] και [[ὑμνήστρια]] και [[ὑμνητρίς]], -[[ίδος]], Α<br /><b>1.</b> αυτός που ψάλλει ύμνους<br /><b>2.</b> αυτός που εξυμνεί, που επαινεί, [[εγκωμιαστής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑμνῶ</i>. Ο τ. [[ὑμνήστρια]] [[κατά]] το <i>ὀρχήσ</i>-<i>τρια</i>].
|mltxt=ο / [[ὑμνητής]], ΝΜΑ, θηλ. [[υμνήτρια]] Ν, θηλ. [[ὑμνήτρια]] και [[ὑμνήστρια]] και [[ὑμνητρίς]], -[[ίδος]], Α<br /><b>1.</b> αυτός που ψάλλει ύμνους<br /><b>2.</b> αυτός που εξυμνεί, που επαινεί, [[εγκωμιαστής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑμνῶ</i>. Ο τ. [[ὑμνήστρια]] [[κατά]] το <i>ὀρχήσ</i>-<i>τρια</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑμνητής:''' -οῦ, ὁ ([[ὑμνέω]]), εξυμνητής, αυτός που επαινεί, σε Πλάτ.
}}
}}