Anonymous

ὑπερίστωρ: Difference between revisions

From LSJ
6
(43)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ορος, ὁ, ἡ, Α<br />αυτός που γνωρίζει [[κάτι]] πολύ καλά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἴστωρ]] «αυτός που γνωρίζει καλά, [[έμπειρος]]»].
|mltxt=-ορος, ὁ, ἡ, Α<br />αυτός που γνωρίζει [[κάτι]] πολύ καλά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἴστωρ]] «αυτός που γνωρίζει καλά, [[έμπειρος]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑπερίστωρ:''' -ορος, ὁ, ἡ, αυτός που γνωρίζει [[πολύ]] [[καλά]], με γεν., σε Σοφ.
}}
}}