Anonymous

πολυδέγμων: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που δέχεται πολλούς ή [[πολλά]]<br /><b>2.</b> αυτός που περιλαμβάνει πολλούς ή [[πολλά]]<br /><b>3.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Πολυδέγμων</i><br />[[προσωνυμία]] του θεού Άδη, [[επειδή]] δεχόταν πολλούς θνητούς, αλλ. Πολυδέκτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>δέγμων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>θεο</i>-<i>δέγμων</i>, <i>νεκρο</i>-<i>δέγμων</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που δέχεται πολλούς ή [[πολλά]]<br /><b>2.</b> αυτός που περιλαμβάνει πολλούς ή [[πολλά]]<br /><b>3.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Πολυδέγμων</i><br />[[προσωνυμία]] του θεού Άδη, [[επειδή]] δεχόταν πολλούς θνητούς, αλλ. Πολυδέκτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>δέγμων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>θεο</i>-<i>δέγμων</i>, <i>νεκρο</i>-<i>δέγμων</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολυδέγμων:''' -ον, γεν. -ονος = [[πολυδέκτης]], σε Ομήρ. Ύμν.
}}
}}