Anonymous

διαβολία: Difference between revisions

From LSJ
3
(9)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[πανουργία]]<br /><b>2.</b> (για [[παιδιά]]) [[ζωηρότητα]], [[εξυπνάδα]]<br /><b>3.</b> [[πράξη]] πονηρή, διαβολική, που τείνει να εξαπατήσει τον άλλον, [[ζαβολιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>αρχ.</b> [[διαβολία]] <span style="color: red;"><</span> [[διάβολος]].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[πανουργία]]<br /><b>2.</b> (για [[παιδιά]]) [[ζωηρότητα]], [[εξυπνάδα]]<br /><b>3.</b> [[πράξη]] πονηρή, διαβολική, που τείνει να εξαπατήσει τον άλλον, [[ζαβολιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>αρχ.</b> [[διαβολία]] <span style="color: red;"><</span> [[διάβολος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''διαβολία:''' ἡ, ποιητ. <i>διαβολίη</i>, = [[διαβολή]], σε Θέογν., Πίνδ.
}}
}}