3,277,218
edits
(30) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το, Α [[παραγκαλίζομαι]]<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτό που παίρνει [[κανείς]] στην [[αγκαλιά]] του<br /><b>2.</b> (για σύζυγο ή για ερωμένη) [[καθετί]] το αγαπητό και προσφιλές. | |mltxt=το, Α [[παραγκαλίζομαι]]<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτό που παίρνει [[κανείς]] στην [[αγκαλιά]] του<br /><b>2.</b> (για σύζυγο ή για ερωμένη) [[καθετί]] το αγαπητό και προσφιλές. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''παραγκάλισμα:''' -ατος, τό ([[ἀγκαλίζομαι]]), αυτό το οποίο μπορεί να κρατήσει [[κάποιος]] στα χέρια του, να αγκαλιάσει αγαπημένο [[πρόσωπο]], σε Σοφ. | |||
}} | }} |