3,277,121
edits
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐγέρσιμος]], -ον (AM)<br />«[[ἐγέρσιμος]] [[ὕπνος]]» — ο ύπνος από τον οποίο σηκώνεται, ξυπνάει [[κανείς]] (σε [[αντίθεση]] με τον ύπνο του θανάτου). | |mltxt=[[ἐγέρσιμος]], -ον (AM)<br />«[[ἐγέρσιμος]] [[ὕπνος]]» — ο ύπνος από τον οποίο σηκώνεται, ξυπνάει [[κανείς]] (σε [[αντίθεση]] με τον ύπνο του θανάτου). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐγέρσῐμος:''' -ον, αυτός από τον οποίο μπορεί [[κάποιος]] να ξυπνήσει, <i>ὕπνοςἐγ</i>., αντίθ. προς τον ύπνο του θανάτου, σε Θεόκρ. | |||
}} | }} |