3,276,318
edits
(19) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κατάμεμπτος]], -ον (Α) [[καταμέμφομαι]]<br />αυτός που κατηγορείται ή καταφρονείται από όλους («[[γῆρας]] κατάμεμπτον», <b>Σοφ.</b>). | |mltxt=[[κατάμεμπτος]], -ον (Α) [[καταμέμφομαι]]<br />αυτός που κατηγορείται ή καταφρονείται από όλους («[[γῆρας]] κατάμεμπτον», <b>Σοφ.</b>). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''κατάμεμπτος:''' -ον, αξιοκατάκριτος από όλους, [[απεχθής]], σε Σοφ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., ώστε να υπάρχει [[αφορμή]] για [[επίκριση]], σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |