3,274,919
edits
(Bailly1_2) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ίδων ([[αἱ]]) :<br />oreillettes de la proue.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[οὖς]]. | |btext=ίδων ([[αἱ]]) :<br />oreillettes de la proue.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[οὖς]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐπωτίδες:''' αἱ ([[οὖς]]), ξύλα, δοκάρια που προβάλλουν, προεξέχουν σαν λαβές σε [[κάθε]] [[πλευρά]] του μπροστινού μέρους του πλοίου· από [[εκεί]] ρίχνονταν οι άγκυρες· δοκάρια που προεξέχουν του «τόξου» του πλοίου και χρησιμοποιούνται στην [[ανέλκυση]] της άγκυρας, σε Ευρ., Θουκ. | |||
}} | }} |