Anonymous

στησίχορος: Difference between revisions

From LSJ
6
(38)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που ιδρύει ή στήνει χορούς<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ό Στησίχορος</i><br />[[λυρικός]] [[χορικός]] [[ποιητής]] που έζησε στην Ιμέρα της Σικελίας από το 640 ώς το 555 π.Χ.<br /><b>3.</b> η [[βολή]] τών κύβων [[κατά]] την οποία φαίνονταν [[οκτώ]] στίγματα και που ονομάστηκε [[έτσι]] από το οκτάπλευρο [[μνημείο]] του ποιητή που βρισκόταν στην Ιμέρα<br /><b>4.</b> <b>παροιμ. φρ.</b> «οὐδὲ τὰ [[τρία]] Στησιχόρου γινώσκεις» — λεγόταν για ανθρώπους εντελώς αγράμματους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>στησι</i>- του [[ἵστημι]] <span style="color: red;">+</span> [[χορός]], συνθ. του τύπου [[τερψίμβροτος]]].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που ιδρύει ή στήνει χορούς<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ό Στησίχορος</i><br />[[λυρικός]] [[χορικός]] [[ποιητής]] που έζησε στην Ιμέρα της Σικελίας από το 640 ώς το 555 π.Χ.<br /><b>3.</b> η [[βολή]] τών κύβων [[κατά]] την οποία φαίνονταν [[οκτώ]] στίγματα και που ονομάστηκε [[έτσι]] από το οκτάπλευρο [[μνημείο]] του ποιητή που βρισκόταν στην Ιμέρα<br /><b>4.</b> <b>παροιμ. φρ.</b> «οὐδὲ τὰ [[τρία]] Στησιχόρου γινώσκεις» — λεγόταν για ανθρώπους εντελώς αγράμματους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>στησι</i>- του [[ἵστημι]] <span style="color: red;">+</span> [[χορός]], συνθ. του τύπου [[τερψίμβροτος]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''στησίχορος:''' [ῐ], -ον, αυτός που «στήνει», που οδηγεί τους χορούς (<i>χοροί</i>)· από όπου, ως κύριο όνομα, [[Στησίχορος]], Δωρ. Στᾱσ-, <i>ὁ</i>, ο [[λυρικός]] [[ποιητής]] [[Στησίχορος]], το πραγματικό όνομα του οποίου ήταν <i>Τισίας</i>, σε Σιμων.
}}
}}