Anonymous

ἔγκατα: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=τα (AM [[ἔγκατα]])<br />τα πιο [[βαθιά]] μέρη («τα [[έγκατα]] της γης»)<br /><b>αρχ.</b><br />τα [[εντόσθια]], τα έντερα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Υποστηρίχτηκε ότι προήλθε από επίθ. <i>έγκατος</i> «[[εσωτερικός]]» κι αυτό από την [[πρόθεση]] <i>εν</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[έσχατος]] από <i>εξ</i>), [[οπότε]] η ομηρική δοτ. <i>έγκασι</i> αποτελεί νεώτερο σχηματισμό, ως ετερόκλιτη (<b>[[πρβλ]].</b> <i>γούνασι</i>)].
|mltxt=τα (AM [[ἔγκατα]])<br />τα πιο [[βαθιά]] μέρη («τα [[έγκατα]] της γης»)<br /><b>αρχ.</b><br />τα [[εντόσθια]], τα έντερα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Υποστηρίχτηκε ότι προήλθε από επίθ. <i>έγκατος</i> «[[εσωτερικός]]» κι αυτό από την [[πρόθεση]] <i>εν</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[έσχατος]] από <i>εξ</i>), [[οπότε]] η ομηρική δοτ. <i>έγκασι</i> αποτελεί νεώτερο σχηματισμό, ως ετερόκλιτη (<b>[[πρβλ]].</b> <i>γούνασι</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔγκᾰτα:''' τά, δοτ. <i>ἔγκᾰσι</i> (<i>ἐν</i>), τα εσωτερικά, [[σωθικά]], [[εντόσθια]], Λατ. [[intestina]], σε Όμηρ.
}}
}}