Anonymous

ἀποτομή: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἀποτομή]]) [[αποτέμνω]]<br /><b>1.</b> [[αποκοπή]], απότμηση («[[ἀποτομή]] τῆς κεφαλῆς τοῡ Προδρόμου»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τεμάχιο]], [[τμήμα]]<br /><b>2.</b> [[διακλάδωση]] (νεύρων)<br /><b>3.</b> (για δρόμους) [[διασταύρωση]]<br /><b>4.</b> [[διακοπή]] (περιόδου του λόγου).
|mltxt=η (AM [[ἀποτομή]]) [[αποτέμνω]]<br /><b>1.</b> [[αποκοπή]], απότμηση («[[ἀποτομή]] τῆς κεφαλῆς τοῡ Προδρόμου»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τεμάχιο]], [[τμήμα]]<br /><b>2.</b> [[διακλάδωση]] (νεύρων)<br /><b>3.</b> (για δρόμους) [[διασταύρωση]]<br /><b>4.</b> [[διακοπή]] (περιόδου του λόγου).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀποτομή:''' ἡ ([[ἀποτέμνω]]), [[αποκοπή]], [[εκτομή]], [[απόσχιση]], σε Ξεν.
}}
}}