Anonymous

ἁρμαλιά: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁρμαλιά]], η (Α)<br /><b>1.</b> ορισμένη [[ποσότητα]] τροφής που δίνεται στους δούλους ή στα ζώα, το [[σιτηρέσιο]]<br /><b>2.</b> οι προμήθειες του πλοίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολογίας. Η [[υπόθεση]] συσχετισμού της λ. με το [[άρμα]] (Ι) «[[τροφή]]», λόγω της σημασιολογικής συνάφειας των δύο τύπων, προσκρούει στη [[δασύτητα]] της λ. [[αρμαλιά]]. Το [[πρόσφυμα]] -<i>μαλ</i>-(παρεκτεταμένη [[μορφή]] ενός αρχικού επιθήματος σε <i>μ</i>-[[είτε]] <span style="color: red;"><</span> [[επίθημα]] <i>mel</i>-) θα μπορούσε να οδηγήσει σε συσχετισμό του [[αρμαλιά]] με το [[αρμός]], που [[επίσης]] σχηματίζεται με [[πρόσφυμα]] <i>μ</i>-, [[αλλά]] διαφέρει σημασιολογικά. Σύμφωνα με νεώτερη [[άποψη]], ο τ. [[αρμαλιά]] πιθ. <span style="color: red;"><</span> <i>αρμαρ</i>-<i>ια</i> <span style="color: red;"><</span> ([[ρίζα]]) <i>αρ</i>-([[αραρίσκω]]) <span style="color: red;">+</span> ([[επίθημα]]) -<i>μαρ</i>-(-<i>mŗ</i>-) <span style="color: red;">+</span> <b>(κατάλ.)</b> -<i>ια</i> με παρετυμολογικό συσχετισμό [[προς]] το <i>αρ</i>- των [[άρμα]], <i>αρμόττω</i> και ανομοιωτική [[τροπή]] του ακολουθούντος -<i>λ</i>- σε -<i>ρ</i>-].
|mltxt=[[ἁρμαλιά]], η (Α)<br /><b>1.</b> ορισμένη [[ποσότητα]] τροφής που δίνεται στους δούλους ή στα ζώα, το [[σιτηρέσιο]]<br /><b>2.</b> οι προμήθειες του πλοίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολογίας. Η [[υπόθεση]] συσχετισμού της λ. με το [[άρμα]] (Ι) «[[τροφή]]», λόγω της σημασιολογικής συνάφειας των δύο τύπων, προσκρούει στη [[δασύτητα]] της λ. [[αρμαλιά]]. Το [[πρόσφυμα]] -<i>μαλ</i>-(παρεκτεταμένη [[μορφή]] ενός αρχικού επιθήματος σε <i>μ</i>-[[είτε]] <span style="color: red;"><</span> [[επίθημα]] <i>mel</i>-) θα μπορούσε να οδηγήσει σε συσχετισμό του [[αρμαλιά]] με το [[αρμός]], που [[επίσης]] σχηματίζεται με [[πρόσφυμα]] <i>μ</i>-, [[αλλά]] διαφέρει σημασιολογικά. Σύμφωνα με νεώτερη [[άποψη]], ο τ. [[αρμαλιά]] πιθ. <span style="color: red;"><</span> <i>αρμαρ</i>-<i>ια</i> <span style="color: red;"><</span> ([[ρίζα]]) <i>αρ</i>-([[αραρίσκω]]) <span style="color: red;">+</span> ([[επίθημα]]) -<i>μαρ</i>-(-<i>mŗ</i>-) <span style="color: red;">+</span> <b>(κατάλ.)</b> -<i>ια</i> με παρετυμολογικό συσχετισμό [[προς]] το <i>αρ</i>- των [[άρμα]], <i>αρμόττω</i> και ανομοιωτική [[τροπή]] του ακολουθούντος -<i>λ</i>- σε -<i>ρ</i>-].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁρμαλιά:''' ἡ (*ἄρω), [[τροφή]] που δινόταν προς εφοδιασμό, [[μερίδα]] φαγητού, σε Ησίοδ., Θεόκρ.
}}
}}