Anonymous

ἀρχαιόγονος: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρχαιόγονος]], -ον (Α)<br />αυτός που κατάγεται από αρχαίο [[γένος]].
|mltxt=[[ἀρχαιόγονος]], -ον (Α)<br />αυτός που κατάγεται από αρχαίο [[γένος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀρχαιόγονος:''' -ον, αυτός που προέρχεται από αρχαία [[φυλή]], από [[παλιά]] [[καταγωγή]], σε Σοφ.
}}
}}