Anonymous

ἀρχῆθεν: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρχῆθεν]] (AM) [[αρχή]]<br />από την [[αρχή]], από [[παλιά]].
|mltxt=[[ἀρχῆθεν]] (AM) [[αρχή]]<br />από την [[αρχή]], από [[παλιά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀρχῆθεν:''' Δωρ. -ᾱθεν ([[ἀρχή]]), επίρρ., από την [[αρχή]], από [[παλιά]], [[ανέκαθεν]], [[εξαρχής]], σε Ηρόδ.· με [[άρνηση]], [[ἀρχῆθεν]] μή [[καθόλου]], στον ίδ.
}}
}}