3,273,773
edits
(7) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[αὐτάγγελος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αναγγέλλει αυτοπροσώπως [[κάτι]] για τον εαυτό του<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που φέρνει αγγελίες ως [[αυτόπτης]] [[μάρτυρας]]. | |mltxt=[[αὐτάγγελος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αναγγέλλει αυτοπροσώπως [[κάτι]] για τον εαυτό του<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που φέρνει αγγελίες ως [[αυτόπτης]] [[μάρτυρας]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''αὐτάγγελος:''' ὁ, αυτός που μεταφέρει ο [[ίδιος]] ένα [[μήνυμα]], αυτός που δίνει πληροφορίες για ό,τι έχει δει ο [[ίδιος]], σε Σοφ., Θουκ.· με γεν. πράγμ., <i>λόγωναὐτάγγελος</i>, σε Σοφ. | |||
}} | }} |