Anonymous

βαθύζωνος: Difference between revisions

From LSJ
3
(7)
(3)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[βαθύζωνος]], -ον)<br />(για [[γυναίκα]]) [[χαμηλά]] ζωσμένη, με τη [[ζώνη]] [[χαμηλά]], στη [[μέση]].
|mltxt=(Α [[βαθύζωνος]], -ον)<br />(για [[γυναίκα]]) [[χαμηλά]] ζωσμένη, με τη [[ζώνη]] [[χαμηλά]], στη [[μέση]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''βᾰθύζωνος:''' -ον ([[ζώνη]]), [[χαμηλοζωσμένος]], δηλ. ζωσμένος όχι [[ψηλά]], [[κάτω]] από το [[στήθος]], [[αλλά]] πάνω απ' τους γοφούς, έτσι ώστε το [[ένδυμα]] να πέφτει γύρω από τη [[ζώνη]] σε πτυχώσεις (πρβλ. [[βαθύκολπος]]), σε Όμηρ.
}}
}}